Εδώ και λίγο καιρό προσβλήθηκα από το μικρόβιο της φωτογράφίας (ή της φωτογράφισης, αν προτιμάτε). Πάντα μου άρεσε να χαζεύω φωτογραφίες (των άλλων, εννοείται) - αλλά δεν αποφάσιζα να αναμετρηθώ κατά μέτωπο με τα μυστήρια του σκοτεινού θαλάμου. Στα παιδικά μου, μού είχαν χαρίσει μια σοβιετική (τι άλλο;) ΛΟΜΟ 35mm. Μια εποχή την κουβαλούσα παντού. Κυρίως κατέγραφε την αδεξιότητά και την απροσεξία μου - στο κορμί της. Από λήψεις πάντως λίγα πράγματα, κακότεχνα και φειδωλά. Βέβαια, άλλες εποχές: χημικό φίλμ, εμφάνιση στο φωτογράφο, εκτύπωση (και πού λεφτά για τέτοια "αρχοντικά" σπορτζ). Τώρα πια, οι ερασιτεχνικές ψηφιακές μηχανές είναι όπως το λένε στις διαφημήσεις: "για όλους" - ακόμη και τον πανάσχετο (λέγε με Prths). Οπότε, βαράτε-γράφτε-σβύστε (και κλάφτε, κατά κανόνα).
Αυτή η διακοπή του χρόνου, η "στάση" (με την αρχική έννοια) την οποία σηματοδοτεί το "κλίκ", με γοητεύει. Μπαίνω σε λογής-λογής αμπελοφιλοσοφικούς προβληματισμούς. Stupebit natura! Τί σημαίνει χρόνος; Εντάξει, εντάξει - είναι και υποκειμενικός. Αλλά εν προκειμένω, ποιός είναι το υποκείμενο; Μήπως η φωτογράφηση είναι μια αρπαγή, μια υπεξαίρεση; Κάτι σαν να κλέβεις κάδρα από το μουσείο μιας άλλης διάστασης - και το θέμα των διαστάσεων του σύμπαντος έχει πάρει διαστάσεις τελευταία (ε, ναι, δεν βρίσκω καλύτερο λογοπαίγνιο). Υπάρχει τρόπος να μπούμε σ'αυτή την "άλλη διάσταση" χωρίς τεχνικά μέσα; Με τη συνείδηση; Ίσως - πάντως δεν έχουμε και τίποτα καλύτερο (ή μάλλον δεν έχουμε και τίποτα άλλο).
Άσε το έτερο θέμα: αυτή η στιγμή, η οποία κάπως αιχμαλωτίστηκε, δεν επιστρέφει. Κάθε σφραγίδα του κλείστρου επικυρώνει τη φορά του "βέλους" του χρόνου. Ότι γράφτηκε δεν ξαναγράφεται. Πάπαλα. Στ' αλήθεια, τουλάχιστον - δηλαδή χωρίς τη μεσολάβηση της λήθης (ή της παραπλάνησης, του ψέμματος).
Βέβαια, επίσης ενδιαφέρον και το παιχνίδι μεταξύ βλέμματος και εικόνας. Άλλο αυτό που βλέπει το ανθρώπινο μάτι - κι' άλλο αυτό που γράφεται στον αισθητήρα (τέως film). Όχι μόνο στο χρόνο αλλά και στο περιεχόμενο: π.χ. το μάτι μας "παίζει" ακούσια προσαρμόζοντας διαρκώς εστίαση, έκθεση και ευαισθησία - ώστε να αντιλαμβανόμαστε την όραση ως συνεχές. Δηλαδή, όταν "κόβουμε" αυτό το συνεχές με τη φωτογράφηση, αυτή η δειγματοληψία γίνεται ενιαία: το "αλλιώς" στο χρόνο και στο χώρο πάνε χέρι-χέρι (παρακαλώ, εδώ μια στάση για να αποταθεί ο αρμόζων φόρος τιμής στους Chapman και Kolmogorov).
Κυρίως, όμως, με συναρπάζει ο συνδιασμός κωδικοποιημένης και διασθητικής γνώσης ή επιδεξιότητας. Η φωτογραφία είναι μια "τέχνη", ένα artisanat, η οποία διδάσκεται και μαθαίνεται σιγά-σιγά. Ωριμάζει με την πρακτική, την ταπεινότητα, την ανοχή, το μόχθο. Και πάνω από όλα: την υπομονή. Αυτό λέει και ένα υπέροχο τραγούδι του Munir Bashir: θέλει υπομονή. Για τη γνώση, τη ζωή, την αγάπη. Για όλα.
Wadi'e el sabr (M. Bashir, Nouna El Hana)
Παρασκευή 27 Νοεμβρίου 2009
Τετάρτη 25 Νοεμβρίου 2009
Times of hardship
Sometimes, at dusk, i run astray of the path. Drained, i have to pause; to catch my breath. Emotions seem to wander - or is it my mind lingering on fermenting memories? I feel the earth under my feet, the air in my chest, the thump in my ears, the whiz of thoughts spinning in my head: i can't tell them apart. My heart seems locked under a spell. And in my dreams, the sun seems to take too long to come around. Again. Anew. Amen.
Unchain my heart (Joe. Cocker)
Unchain my heart (Joe. Cocker)
Σάββατο 14 Νοεμβρίου 2009
Clinging to the clinks
Τα τελευταία χρόνια ανακάλυψα το ποδήλατο. Δηλαδή το ξανα-ανακάλυψα, από την εποχή των παιδικών περιπετειών. Έχω την τύχη να κατοικώ σε μια σχετικά επίπεδη συνοικία της Αθήνας, με αρκετή κίνηση αλλά και ήσυχες παρόδους. Χρησιμοποιώ το ποδήλατο καθημερινά - είναι το μέσο μου, το μηχανικό αλογό μου.
Λιγομίλητο και καρτερικό, υπομένει αγόγγυστα το βάρος και τους αδέξιους χειρισμούς μου. Είναι πολύ ευέλικτο: τρυπώνουμε σε κάθε δρομάκι. Και παντού μάς προσφέρεται πλούσιος και δωρεάν χώρος στάθμευσης: κάθε στύλος και παχνί, κάθε σιδεριά και στέκι. Μόνο ο υπόγειος μας τα χαλάει. Δεν επιτρέπεται η μεταφορά δικύκλων κάθε είδους. Προς το παρόν. Αλλά πού θα πάει; Θα γυρίσει ο τροχός...
Σιγά-σιγά δενόμαστε - το προσέχω και με προσέχει. Και από τότε που "κάνουμε παρέα", παρατηρώ όλο και περισσότερο τους ανθρώπους στο δρόμο. Και μάλιστα τους ποδηλάτες. Ίσως απλά ως "συνοδοιπόρος" ενδιαφέρομαι και τους εντοπίζω συχνότερα. Πάλι, όμως, έχω την εντύπωση πως η ποδηλασία κερδίζει έδαφος. Και αυτό είναι καλό.
Μερικές φορές βγαίνουμε για βόλτα χωρίς προορισμό. Όπου και όποτε μας πάνε οι δρόμοι. Αυτές είναι μάλλον οι αναβάσεις που μ'αρέσουν πιο πολύ. Από τη στιγμή που θα το καβαλήσω αισθάνομαι στο δρόμο της επιστροφής.
Λιγομίλητο και καρτερικό, υπομένει αγόγγυστα το βάρος και τους αδέξιους χειρισμούς μου. Είναι πολύ ευέλικτο: τρυπώνουμε σε κάθε δρομάκι. Και παντού μάς προσφέρεται πλούσιος και δωρεάν χώρος στάθμευσης: κάθε στύλος και παχνί, κάθε σιδεριά και στέκι. Μόνο ο υπόγειος μας τα χαλάει. Δεν επιτρέπεται η μεταφορά δικύκλων κάθε είδους. Προς το παρόν. Αλλά πού θα πάει; Θα γυρίσει ο τροχός...
Σιγά-σιγά δενόμαστε - το προσέχω και με προσέχει. Και από τότε που "κάνουμε παρέα", παρατηρώ όλο και περισσότερο τους ανθρώπους στο δρόμο. Και μάλιστα τους ποδηλάτες. Ίσως απλά ως "συνοδοιπόρος" ενδιαφέρομαι και τους εντοπίζω συχνότερα. Πάλι, όμως, έχω την εντύπωση πως η ποδηλασία κερδίζει έδαφος. Και αυτό είναι καλό.
Μερικές φορές βγαίνουμε για βόλτα χωρίς προορισμό. Όπου και όποτε μας πάνε οι δρόμοι. Αυτές είναι μάλλον οι αναβάσεις που μ'αρέσουν πιο πολύ. Από τη στιγμή που θα το καβαλήσω αισθάνομαι στο δρόμο της επιστροφής.
Κυριακή 1 Νοεμβρίου 2009
Samhain
Νοέμβριος. Σώθηκαν τα ψέμματα (κι' όποιος αμφιβάλει, ας βγάλει το χέρι έξω από το παράθυρο). Οι μέρες στενεύουν και ψυχραίνουν - συνοφρυωμένος, ο χειμώνας υποβάλει (ή, μάλλον, επιβάλει) τα διαπιστευτήριά του. Και τα στολίζει με ένα χρυσάνθεμο.
Τα χρυσάνθεμα έχουν μια παγερή ομορφιά, μια συμμετρία, μια άκαμπτη ψυχρότητα. Σε όλους τους καιρούς οι άνθρωποι τα θεωρούσαν πένθιμα λουλούδια. Ταιριάζουν με την αρμονία του "θανάτου" - τον συμβολίζουν ως στάδιο στον κύκλο της ύπαρξης. Όπως και ο Νοέμβριος σηματοδοτεί το τέλος της καρπερής περιόδου και την αρχή της χειμέριας νάρκης.
Στο διήγημα "The odour of chrysanthemums" του D.H. Lawrence, η είδηση του θανάτου του ανθρακωρύχου άντρα της οικογένειας επισφραγίζεται με χρυσάνθεμα. Και στο "A painful case" του J. Joyce, ο μοναχικός Κος Duffy μαθαίνει το θάνατο της ιδανικής αγάπης του έναν παγερό Νοέμβρη.
Τα χρυσάνθεμα έχουν μια παγερή ομορφιά, μια συμμετρία, μια άκαμπτη ψυχρότητα. Σε όλους τους καιρούς οι άνθρωποι τα θεωρούσαν πένθιμα λουλούδια. Ταιριάζουν με την αρμονία του "θανάτου" - τον συμβολίζουν ως στάδιο στον κύκλο της ύπαρξης. Όπως και ο Νοέμβριος σηματοδοτεί το τέλος της καρπερής περιόδου και την αρχή της χειμέριας νάρκης.
Στο διήγημα "The odour of chrysanthemums" του D.H. Lawrence, η είδηση του θανάτου του ανθρακωρύχου άντρα της οικογένειας επισφραγίζεται με χρυσάνθεμα. Και στο "A painful case" του J. Joyce, ο μοναχικός Κος Duffy μαθαίνει το θάνατο της ιδανικής αγάπης του έναν παγερό Νοέμβρη.
He turned back the way he had come, the rhythm of the engine pounding in his ears. He began to doubt the reality of what memory told him. He halted under a tree and allowed the rhythm to die away. He could not feel her near him in the darkness nor her voice touch his ear. He waited for some minutes listening. He could hear nothing: the night was perfectly silent. He listened again: perfectly silent. He felt that he was alone.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)