Δευτέρα 4 Μαΐου 2009

Στην παιδική μου καρδιά

Περαστική, η Ανατολή με κέρασε και πάλι απ' τη σοφή της γλυκύτητα. Αυτή τη φορά μού θύμισε το μικρό μου αδέλφι. Μέσα μου. Αυτό το βότσαλο μου άφησε φεύγοντας. Μπαίνοντας ο Μάης, το δώρο της άνθισε. Το παλιοκόριτσο - αυτά μου κάνει! Στα πέταλα του διάβασα ένα από τα Πέντε μικρά θέματα, του Μανόλη Αναγνωστάκη.

Kάτω απ’ τα ρούχα μου δε χτυπά πια η παιδική μου καρδιά
Λησμόνησα την αγάπη που ’ναι μόνο αγάπη
Μερόνυχτα να τριγυρνώ χωρίς να σε βρίσκω μπροστά μου
Ορίζοντα λευκέ της αστραπής και του όνειρου
Ένιωσα το στήθος μου να σπάζει στη φυγή σου
Ψυχή της αγάπης μου αλήτισα
Λεπίδι του πόθου μου αδυσώπητο
Νικήτρα μονάχη της σκέψης μου.

5 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Τόσο ακριβά μας κόστισε η ενηλικίωση άραγε;

Καλησπέρα!

Ανώνυμος είπε...

χαίρετε, αγαπητέ!

θα είναι δύσκολο, λέτε, να σας πείσω ότι, παρά τα εμπόδια της άυπνης επικαιρότητας, διασώζεται ο πυρήνας φιλοξενίας του κυματοθραύστη Νότου;

Έχω ανάγκη τόσο να είναι απλά τα πράγματα. Σαν γάτα όμως με βρίσκει το ένστικτο να μπερδεύω το κουβάρι.

Τα σέβη μου,
Αρσινόη

Prths είπε...

@ Pandora
Καλησπέρα. Δεν ξέρω - δεν μπορώ να μιλήσω για άλλους ανθρώπους. Μπορεί νά' ναι η δική μου ανωριμότητα, ο παλιμπαιδισμός που με δέρνει...
@ Αρσινόη
Η παράδοση φιλοξενίας του Νότου είναι αδιαμφισβήτητη. Όσο για κουβάρι: μόλις αρχίζω να ψάχνω την άκρη του δικού μου. Και δε με βλέπω και πολυ "γάτο"...

Ανώνυμος είπε...

Θυμήθηκα το κουλουρτζίδικο...

Κι έναν Μίλτο Σαχτούρη


Το Πράσινο Απόγεμα



Εκείνο το πράσινο απόγεμα

ο θάνατος είχε βάλει, στόχο την αυλή μου

απ' το νεκρό μου το παράθυρο

με το βελούδινό μου μάτι

τον έβλεπα να τριγυρνάει

γύριζε και παράσταινε τον κουλουρτζή

γύριζε και παράσταινε τον λαχειοπώλη

και τα παιδιά τίποτα δεν υποπτεύονταν

έπαιζαν με πιστόλια και τσίριζαν

αυτός πάλι γύριζε και πλησίαζε

και πάλι μάκραινε κι έφευγε

ύστερα ξαναρχόταν

στο τέλος αγριεύτηκε

άρχισε να ουρλιάζει

έβαψε τα μάτια και τα νύχια του

φούσκωσε τα βυζιά του

άρχισε να μιλάει με ψιλή φωνή

έκανε σα γυναίκα...

τότε είναι που έφυγε οριστικά

ψιθυρίζοντας:


-Δεν είχα τύχη σήμερα

αύριο θα ξανάρθω

Prths είπε...

Ο Θάνατος. Κάτω απ' την προβιά του μικροπωλητή, είναι πάντα γυναίκα - άνθρωπος σκληρός. Διαλαλεί όσο-όσο για να πιάσει πελάτη. Δε νιάζεται για τα λεφτά: την τρέφει η ίδια τράμπα, η συναλλαγή. Γνήσιο όρνιο, τρέφεται απ' το τσόφλι της πεθαμένης παιδικής καρδιάς.